Monday, April 30, 2012

«...και τι δουλειά κάνεις ρε Γκρούεζα;;;» (Της Μαρίας Κανελλάκη)

Ελλάδα, λίγο πριν τις εκλογές του 2012

Προς τον υποψήφιο
που μου στέλνει ραβασάκια (ξέρει αυτός…)
Ενταύθα

Καθόλου αγαπημένε μου υποψήφιε πολιτευτή,

Γυρολόγε, τυχάρπαστε και τυχοδιώκτη, πανηγυρτζή και λαοπλάνε, που αναγάγεις τη φτηνή ρεκλάμα σε πολιτικό ύφος και τη ρηχή μνήμη σε στομφώδη φληναφήματα και αερολογίες. Σαν κακόγουστη επανάληψη της παλιάς ταινίας «Περιπλανώμενοι Ιουδαίοι» μου φαίνονται οι αγχωμένες περιοδείες σου, από πόλη σε χωριό κι από συνοικιακό στάδιο σε αίθουσες που κλιματίζονται και διατίθενται για χορούς και συνεστιάσεις. Σα να παρακολουθώ τους αγαπημένους μου ηθοποιούς. Τον Σταυρίδη και τον Βέγγο κι εσένα παραδίπλα, να γυρνοβολάτε με τη μοτοσικλέτα-πολυκατάστημα, συνθέτοντας αυτοσχέδια διαφημιστικά τραγουδάκια, προς άγραν πελατείας: « Για περάστε/ για περάστε/ στην ποικίλη αγορά/ πλησιάστε και θαυμάστε/ ένας-ένας στην ουρά!!!... Όλα με δόσεις/ όλα με δόσεις/ πάρε ό,τι θέλεις/ και μη πληρώσεις…».

Α!... πόσο μ’ αρέσει αυτή η γραφική, παραδοσιακή καρτ ποστάλ! Κουστούμι – γραβάτα. Ο «υποψήφιος» του τάδε ψηφοδελτίου, με χωρίστρα αλφάδι και καλογυαλισμένο σκαρπίνι. Η σύζυγος του υποψηφίου, με μαλλί – περικεφαλαία και το αχανές της στέπας στο βλέμμα της.  Ακατάσχετη φλυαρία, η ανάλυση του «Τίποτα» με χιλιάδες λέξεις. Το χνώτο να νοτίζει το μικρόφωνο.  Κανείς να μην καταλαβαίνει Τίποτα. Φιοριτούρες και πόζες με τους «επικεφαλής». Οι τοπικοί ηγεμονίσκοι, ιερείς, συγγενείς, μακρινά ξαδέρφια, σταυροκουνιάδες, οσφυοκάμπτες, κλακαδόροι και αυλικοί. Σειρές από κιτρινισμένα δόντια και πορσελάνινες οδοντοστοιχίες. Πλαστικές τραπεζοκαρέκλες, ολούθε. Να τρίζουν πάνω τους οι πισινοί των ευτραφών περιφερειών της περιφέρειας. Παλαμάκια και οίστρος πατριωτικός. Πύρινοι λόγοι και αλυχτίσματα για τους οχτρούς της παράταξης. Ανεβαίνουν οι ορμόνες, ερεθίζονται τα χαμηλά υπογάστρια,  διαστέλλονται τα ρουθούνια, το σάλιο ανεβαίνει απ’ τη λιγούρα στον ουρανίσκο κι ο νους φαντασιώνεται βουλευτιλίκια και δόξες.

Κι έγιναν όλα ξαφνικά ανορθόγραφα. Ανάποδες λέξεις, μπηγμένες κακότεχνα στο μωσαϊκό με   τα λάθη σου.
Κι αντί για «λάθη», μου μιλάς για αναγκαίες και γενναίες αποφάσεις, που πήρες με πόνο καρδιάς και καημό μεγάλο….
Κι αντί για δωσιλογισμό, με παραμυθιάζεις  για μια εθνοσωτήρια έξοδο προς τις ξένες αγορές…
Κι αντί για χρηματισμούς και μίζες, με μπερδεύεις με «ύποπτες τραπεζικές συναλλαγές»…
Κι αντί να πας να κλειστείς μόνος σου στο πιο υγρό κι ανήλιαγο κελί του Κορυδαλλού, περιμένεις τα κανάλια και τον σωφέρ που θα συνοδέψει εσένα και το θράσος σου ως το κρατητήριο…
Κι αυτή την έννοια της φυλακής, τη «χάλασες». Την έκανες ξενοδοχείο ημιδιαμονής, με χαϊκλασάτα δωμάτια και παροχές σουίτας…
Κι αντί για μια γενναία «Συγνώμη», με κεντάς με υποδόρια διλήμματα. Να μην σε διώξω κλωτσηδόν απ’ τη ζωή μου, γιατί θα καίγομαι στην κόλαση. Καλύτερα ο γνώριμος και χορτάτος νταβατζής, παρά ένας νέος και πεινασμένος…

Κι αντί να πας να κρεμαστείς ανάποδα, όπως είναι η σωστή ορθογραφία της ιστορίας, μου εκβιάζεις κι αυτό το τελευταίο δημοκρατικό οχυρό που μου έχει απομείνει. Την ψήφο μου. Την εκπορνεύεις και τη διασύρεις, την περιγελάς και την προσβάλλεις βάναυσα. Μαζί με τη νοημοσύνη μου.

Χωρίς καμιά εκτίμηση,
Κάποια που ξέρει καλή ορθογραφία.

No comments:

Post a Comment