Εδώ ‘ναι ο
χάλκινος νέος
µε την ίσια ταινία στο µέτωπο,
µε τ’ ασάλευτα
µάτια –
ενδοτικός και
ξένος,
κρατώντας τα
σπασµένα ηνία µε ήσυχο χέρι,
όρθιος
πάνω στην
απουσία του άρµατός του –
όρθιος
είπες;
όρθιος. Τα
υπόλοιπα
κάτω απ’ τις
πέτρες και τα χρόνια
ανεξαργύρωτα,
ανεπίστρεφτα, χαµένα.
«Μόνο το τίποτε
ατεµάχιστο», είπε
και σάλιωσε τα
δύο του δάχτυλα
εγγίζοντας το
χάλκινο χιτώνα του Ηνίοχου.
No comments:
Post a Comment